Ινστιτούτο
Υποτροπικών
και Ελιάς
Πριν από λίγες ημέρες, ο βουλευτής Χανίων του ΠΑΣΟΚ, Μανώλης Σκουλάκης κατέθεσε αναφορά στη Βουλή για τα προβλήματα του Ινστιτούτου Υποτροπικών Φυτών και Ελιάς Χανίων. Κατέθεσε, δηλαδή, ένα τρισέλιδο έγγραφο που είχε σταλεί, από τις 25 Φεβρουαρίου 2010, στους τέσσερις βουλευτές του Νομού από τον διευθυντή του ιδρύματος, Δρ. Κώστα Χαρτζουλάκη.
Σε αυτό το έγγραφο, ο κ. Χαρτζουλάκης περιγράφει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια το Ινστιτούτο. Σημαντικότερο εξ αυτών η έλλειψη ερευνητικού προσωπικού. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Χαρτζουλάκης στους βουλευτές: «Το Ινστιτούτο Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών έχει σημαντική προσφορά, όπως κατά καιρούς και εσείς έχετε αναφέρει, στην αγροτική ανάπτυξη και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των αγροτών. Αποτελεί ένα εργαλείο για την αναβάθμιση της αγροτικής παραγωγής και την αειφορική ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα στο Ν. Χανίων και όχι μόνο, στο ανταγωνιστικό και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Αν δεν υπάρξει παρέμβαση θα κλείσει το αργότερο σε δύο χρόνια από σήμερα, όταν άλλες ανταγωνίστριες χώρες (Ιταλία, Ισπανία, Τυνησία, Μαρόκο, Τουρκία, κ.λπ.) αναβαθμίζουν τα αντίστοιχα Ινστιτούτα».
Το... εκπληκτικό είναι ότι, όπως σημειώνει ο κ. Χαρτζουλάκης, για την πρόσληψη του ερευνητικού προσωπικού δεν απαιτούνται επιπλέον πιστώσεις! Συγκεκριμένα, ο διευθυντής του ιδρύματος επισημαίνει την ανάγκη «άμεσης πρόσληψης τουλάχιστον επτά ερευνητών για τα εργαστήρια Ελαιοκομίας, Υποτροπικών και Εσπεριδοειδών, Τεχνολογίας Ελαιολάδου, Εντομολογίας, Διαχείρισης Υδατικών Πόρων, Φυτοπαθολογίας και Υδροπονικών και Αρωματικών Καλλιεργειών», γνωστοποιώντας ότι «σχετικές αποφάσεις για πρόσληψη πέντε ερευνητών στο Ινστιτούτο είχαν ληφθεί από το Δ.Σ. του Εθνικού Ιδρύματος Αγροτικής Έρευνας (7η συνεδρίαση, απόφαση 1 της 30ής Απριλίου 2002 και 17η συνεδρίαση, απόφαση 2 της 26ης Νοεμβρίου 2003) αλλά δεν υλοποιήθηκαν μέχρι σήμερα, αν και οι σχετικές πιστώσεις υπάρχουν»!
Διαβάζοντας κανείς το συγκεκριμένο έγγραφο απορεί, αγανακτεί, απογοητεύεται. Για την αντιμετώπιση που επιφυλάσσουν οι εκάστοτε κυβερνώντες σ’ ένα σημαντικό ερευνητικό ίδρυμα, το οποίο ο κ. Γιώργος Ανωμερίτης, ως υπουργός Γεωργίας, τον Σεπτέμβριο του 2001, είχε χαρακτηρίσει ως «το καλύτερο Ινστιτούτο που έχουμε για το λάδι». Όταν, λοιπόν, η αντιμετώπιση του «καλύτερου» είναι αυτή, αναρωτιέσαι ποια είναι στα... λιγότερo καλά, σε μία χώρα όπου η έρευνα και η καινοτομία δεν στηρίζονται από την Ελληνική Πολιτεία.
Ακόμη πιο... εκπληκτικό είναι το γεγονός ότι για την πρόσληψη ερευνητικού προσωπικού η απάντηση που δίνουν οι εκάστοτε «αρμόδιοι» υπουργοί, υφυπουργοί, κ.λπ. είναι... καρμπόν, επί εννιά συναπτά χρόνια!
«Σε ερωτήσεις στη Βουλή, που έγιναν από το 2001 μέχρι και το 2009 η απάντηση είναι η ίδια και αναφέρει ότι “η στελέχωση του Ινστιτούτου θα γίνει μετά την ολοκλήρωση των διαδικασιών αναδιάρθρωσης του ΕΘΙΑΓΕ (που είναι σε εξέλιξη από το 1999 μέχρι σήμερα!). Η πιθανή ένσταση για τη μη υλοποίηση ή περαιτέρω καθυστέρηση ότι πιθανό να μη προβλέπονται» (σ.σ. οι θέσεις) «στο νέο οργανόγραμμα του Ινστιτούτου λόγω αναδιάρθρωσης του ΕΘΙΑΓΕ είναι ανίσχυρο. Είναι θέσεις αιχμής. Το Ινστιτούτο Ελιάς και Υποτροπικών Φυτών είναι μοναδικό στο αντικείμενο ενασχόλησής του», αναφέρει και ορθά ο κ. Χαρτζουλάκης.
Ο ίδιος υπογραμμίζει ότι «σήμερα στο Ινστιτούτο εκτελούνται ερευνητικά προγράμματα (κυρίως ανταγωνιστικά) χρηματοδοτούμενα από την Ε.Ε. και άλλους φορείς, για την υλοποίηση των οποίων έχει προβλεφθεί στον προϋπολογισμό τους το κόστος πρόσληψης εξειδικευμένου προσωπικού, που δεν διαθέτει το Ινστιτούτο. Με το Νόμο 3812/2009 δεν έχει προβλεφθεί ειδικό καθεστώς για την πρόσληψη του απαιτούμενου για την υλοποίηση των προγραμμάτων προσωπικού με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου με αποτέλεσμα την αδυναμία πρόσληψης των απαιτούμενων επιστημόνων (αν και οι πιστώσεις υπάρχουν στο Ινστιτούτο από την Ε.Ε.). Έτσι, εκτός του ότι προκαλούν σοβαρά προβλήματα στην υλοποίηση των έργων (που μπορεί να προκαλέσει και τη διακοπή της χρηματοδότησης από την Ε.Ε.), μειώνουν την αξιοπιστία του Ινστιτούτου και των ερευνητών και χάνονται πολύτιμοι οικονομικοί πόροι για κάλυψη και λειτουργικών αναγκών του Ινστιτούτου», τονίζει ο κ. Χαρτζουλάκης.
Είναι προφανές ότι το θέμα πρέπει να «ανέβει» ψηλά στη λίστα με τις διεκδικήσεις των τοπικών φορέων και ειδικά όσων άμεσα ή έμμεσα εμπλέκονται με τον πρωτογενή τομέα. Η συνέχιση της υποβάθμισης του ιδρύματος, με πιθανή κατάληξη το... λουκέτο, θα είναι μία εξέλιξη εξαιρετικά αρνητική, καθώς η προσφορά του ιδρύματος είναι σημαντική και οι δυνατότητές του -αν στηριχθεί- μεγάλες. Άρα, θετικές οι κατά καιρούς ερωτήσεις και αναφορές από τους βουλευτές μήπως, όμως, πρέπει να επιδιώξουν να δοθεί άμεσα, χωρίς άλλες χρονοτριβές και αστήριχτες δικαιολογίες, η βέλτιστη λύση;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου