Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2013

ΑΠΟΨΗ

Περί πολιτικής «γενναιότητας»


Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗ

Με ενδιαφέρον πληροφορηθήκαμε, τις προηγούμενες ημέρες, ότι... ταράχθηκαν, έστω και για λίγο, τα «λιμνάζοντα νερά» επί της οδού Κυδωνίας, στο ύψος του Δημαρχείου Χανίων.
Η ανεξαρτητοποίηση του δημοτικού συμβούλου Χανίων Μιχάλη Κοτζαμιχάλη από τη δημοτική παράταξη της πλειοψηφίας, ο λόγος.
Με τον πρώην συνεργάτη τού κ. Νίκου Χριστοδουλάκη -όταν ο τελευταίος πολιτευόταν στα Χανιά- να δημοσιοποιεί το κείμενο της ανεξαρτητοποίησής του, στο οποίο κατηγορεί ευθέως τη Δημοτική Αρχή ότι άλλα υποσχόταν προεκλογικά και άλλα πράττει μετεκλογικά.
Η απάντηση του δημάρχου Χανίων Μανώλη Σκουλάκη ήταν άμεση και σε προσωπικό επίπεδο.
«Ο κ. Κοτζαμιχάλης ασχολείται από τότε που εξελέγη με την "καρέκλα του". Ήθελε σώνει και καλά να διοριστεί από μένα αντιδήμαρχος», ανέφερε, μεταξύ άλλων, όπως διαβάσαμε σε Μέσα Ενημέρωσης, ο κ. Σκουλάκης.
Ταυτόχρονα, ο δήμαρχος Χανίων ζήτησε από τον κ. Κοτζαμιχάλη «να παραιτηθεί από δημοτικός σύμβουλος», σημειώνοντας ότι «δεν εξελέγη μόνος του» και ότι «δεν εξελέγη με δικές του δυνάμεις».
«Εξελέγη», πρόσθεσε, «επειδή μπήκε κάτω από την ομπρέλα της παράταξής μας και επειδή 185 άνθρωποι ένωσαν τις δυνάμεις τους, έκαναν αυτή την παράταξη και εξελέγησαν όσοι εξελέγησαν. Με αυτή, λοιπόν, την έννοια, τον κάλεσα και θα τον καλώ συνεχώς να παραιτηθεί από δημοτικός σύμβουλος. Τότε θα είναι γενναία η πράξη του», κατέληξε ο κ. Σκουλάκης.

Η... καρέκλα, λοιπόν. Να το δεχθούμε. 
Ωστόσο, ο Δήμαρχος Χανίων δεν λέει το παραμικρό για όσα επί της ουσίας καταγγέλλει ο κ. Κοτζαμιχάλης, οι φιλοδοξίες του οποίου, σε κάθε περίπτωση, ήταν, λίγο - πολύ, γνωστές σε όσους γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα εν Χανίοις. Φιλοδοξίες που δεν έκρυψε ούτε στην επιστολή τής ανεξαρτητοποίησής του, καθώς σαφώς αναφέρει ότι «όλοι θυμόμαστε ότι η Δημοτική Αρχή είχε υποσχεθεί ότι θα αξιοποιήσει νέους ανθρώπους».
Προφανώς και ο κ. Δήμαρχος Χανίων δεν επέλεξε τυχαία την αντεπίθεση σε προσωπικό επίπεδο. Ο προφανής στόχος είναι η απαξίωση τού μέχρι πρότινος συνεργάτη του προκειμένου να διαμορφωθεί στην κοινή γνώμη η άποψη ότι όσα αναφέρει ο κ. Κοτζαμιχάλης στην επιστολή του ξεκινούν από ιδιοτελείς σκοπούς, άρα δεν έχουν ουσία και σημασία.
Τι επεσήμανε, όμως, και τι ρωτά ο κ. Κοτζαμιχάλης, χωρίς να έχει λάβει απάντηση μέχρι και σήμερα;
Σταχυολογώ:
- «Ποιος αποκεντρωμένος Δήμος; Όταν όλα γυρίζουν γύρω από την οδό Κυδωνίας και τα στενά της;»
- «Πού είναι το ανθρώπινο, φιλικό πρόσωπο που θα στηρίζει την καθημερινότητα στους περιαστικούς Δήμους όταν έχουν την εικόνα εγκατάλειψης;»
- «Το 2013 είχαμε πει ότι θα είναι η χρονιά… των περιαστικών Δήμων... Αλήθεια... πού είναι τα μεγάλα έργα στη Σούδα, στο Ακρωτήρι, στη Νέα Κυδωνία, στα Κεραμειά και στο Θέρισο;»
- «Γιατί μάταια 3 χρόνια περιμέναμε εμείς, οι δημοτικοί σύμβουλοι, αλλά και οι κάτοικοί τους. Για του λόγου το αληθές... μία βόλτα αποδεικνύει περίτρανα όσα αναφέρω».
- «Δυστυχώς η πραγματικότητα και το όραμα της Δημοτικής Αρχής μας περιορίστηκε σε μία κλειστή ομάδα, που αποφάσιζαν και εκτελούσαν ό,τι θεωρούσαν μόνο αυτοί σωστό για τους πολίτες αυτής της πόλης».

Επί αυτών των θεμάτων (που αποτελούν, τελικά, και την ουσία του ζητήματος, ανεξάρτητα από τις όποιες θεμιτές ή μη φιλοδοξίες του κάθε αιρετού) έχει κάτι να απαντήσει η Δημοτική Αρχή και προσωπικά ο Δήμαρχος Χανίων;
Και κάτι ακόμη: Στην απάντηση τού Δημάρχου Χανίων υπάρχει ένα σημείο, που, κατά την προσωπική άποψη του γράφοντος, αποτελεί μεγίστη υποκρισία.
Είναι το σημείο που ο κ. Σκουλάκης εγκαλεί -ορθά ενδεχομένως, είναι ένα θέμα προς συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων- τον κ. Κοτζαμιχάλη ότι δεν δείχνει πολιτική «γενναιότητα».
«Με αυτή, λοιπόν, την έννοια, τον κάλεσα και θα τον καλώ συνεχώς να παραιτηθεί από δημοτικός σύμβουλος. Τότε θα είναι γενναία η πράξη του», κατέληξε ο κ. Σκουλάκης.
Και αναρωτιέται κανείς, ανατρέχοντας μόνο στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν:
• Ήταν πολιτική «γενναιότητα» η -επί της ουσίας- «εγκατάλειψη» του κόμματος (ΠΑΣΟΚ), το οποίο τον ανέδειξε, όταν, το 2010, και με νωπή λαϊκή εντολή (εθνικές εκλογές Οκτωβρίου 2009) ο κ. Σκουλάκης αποφάσισε να μεταπηδήσει στην Αυτοδιοίκηση προκειμένου, έκτοτε, να δηλώνει αυτοδιοικητικός (sic) και, μεταξύ άλλων, να διαμαρτύρεται εντόνως για τις περικοπές στην Αυτοδιοίκηση, περικοπές αρκετές από τις οποίες ο ίδιος ψήφισε ως βουλευτής με το «ναι» στο πρώτο Μνημόνιο;
• Ήταν πολιτική «γενναιότητα» το γεγονός ότι ο κ. Σκουλάκης, αν και υποψήφιος δήμαρχος Χανίων, δεν παραιτήθηκε, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, το 2010, από τη θέση του βουλευτή, παρά μόνο τις παραμονές της ανάληψης των νέων του καθηκόντων, στα τέλη Δεκεμβρίου, και αφού προηγουμένως είχε εκλεγεί δήμαρχος;
 

Ρητορικά τα ερωτήματα, ασφαλώς.
Καλό θα είναι, επομένως, πριν καν σκεφθούμε να ζητήσουμε από τους άλλους να επιδείξουν μια συγκεκριμένη -πολιτική ή άλλη- συμπεριφορά, να αναλογιζόμαστε με ειλικρινή διάθεση αυτοκριτικής ποια ήταν η δική μας στάση και θέση σε ανάλογες, τηρουμένων πάντα των αναλογιών, περιστάσεις... 

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία...


 
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗ

Ας κοιταχθούμε, επιτέλους, στον καθρέφτη και ας είμαστε ειλικρινείς.
Από τις δύο εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις του 2012, όταν η Χρυσή Αυγή μπήκε στη Βουλή (!), αρκετοί από τους πολίτες, οι οποίοι ΔΕΝ ψήφισαν τον Μιχαλολιάκο και την παρέα του, διασκέδαζαν με τα καμώματα των παιδιών με τα μαύρα.
Στο όνομα της «οργής και της αγανάκτησης».
Ορισμένοι, δε, «φλέρταραν» πολιτικά με τους ψευτο-επαναστάτες, τους «μαϊμού» αντισυστημικούς ή ανέχονταν, αν δεν έκλειναν το μάτι, κουτοπόνηρα, την απαράδεκτη και εγκληματική συμπεριφορά τους.
Στο όνομα της «οργής και της αγανάκτησης».
«Καλά θα κάνουν να τους μαυρίσουν στο ξύλο» (σ.σ. τους βουλευτές), άκουγες, αριστερά - δεξιά.
Σε καφενειακού επιπέδου «συζητήσεις» και «πολιτικές αναλύσεις» της... οκάς.
Δεν θα αναφερθώ στο τι έκανε ή στο τι δεν έκανε η σημερινή κυβέρνηση όλο αυτό το διάστημα.
Ούτε στο γιατί αποφάσισε να δράσει σε μια συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, με συγκεκριμένα πολιτικά και κοινωνικά δεδομένα, με κυρίαρχο τη δολοφονία ενός Έλληνα αυτή τη φορά και όχι ενός Αφγανού ή Πακιστανού.
Η μικροπολιτική σε όλο της το μεγαλείο.
Εκείνο που θέλω να επισημάνω είναι άλλο: ότι για την περαιτέρω «εξάπλωση» της Χρυσής Αυγής στην ελληνική κοινωνία από τις περυσινές εκλογές και μετέπειτα, ευθύνη, πέραν, φυσικά και κυρίαρχα, του πολιτικού συστήματος και πέραν των 440.000, περίπου, «παραπλανημένων» ψηφοφόρων που έριξαν -ελαφρά τη καρδία- «μαύρο» στην κάλπη, έχουν και εκείνοι οι υπόλοιποι πολίτες, οι οποίοι ανέχθηκαν στην οικογένειά τους, στις παρέες τους, σε κοινωνικές εκδηλώσεις, καθημερινά, τη ρητορική του μίσους και της βίας από λογής - λογής «αγανακτισμένους» (συνήθως πρώην βολεμένους από το πολιτικό σύστημα, το οποίο σήμερα, όντας... ξεβολεμένοι, οι ίδιοι υβρίζουν).
Και όχι μόνο την ανέχθηκαν, αλλά ενίοτε την απολάμβαναν κιόλας.
Είτε γιατί υποσυνείδητα ταυτίζονταν με αυτή είτε γιατί δεν μπορούσαν να εκτιμήσουν το μέγεθος του προβλήματος είτε, πολύ απλά, γιατί βρίσκονταν... στην κοσμάρα τους!
Μειδιώντας, χαζογελώντας, περιπαίζοντας κάποιοι εξ αυτών.
Προτιμώντας να ασχολούνται με τις φιλενάδες του δείνα και του τάδε Χρυσαυγίτη.
Την ίδια ώρα, κάποιοι άλλοι, πολλοί, «έβγαζαν» αργά αλλά σταθερά τον πραγματικό τους εαυτό.
Ταυτιζόμενοι με πρακτικές και τακτικές νοσηρές.
Αποδεικνύοντας, έτσι, ότι τα περί «ελληνικής προοδευτικής κοινωνίας» δεν είναι και τόσο... ακριβή.
Πριν από ένα περίπου χρόνο, ένας φίλος καλός μού είπε, σε τηλεφωνική επικοινωνία, ότι στις εκλογές του Ιουνίου 2012 ψήφισε ένα κόμμα της Αριστεράς, αλλά στις επόμενες, όποτε και αν αυτές γίνουν, σκέφτεται να ψηφίσει Χρυσή Αυγή!
Μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι!
Του απάντησα ότι έχει δικαίωμα να ψηφίσει όποιον θέλει, ξεκαθαρίζοντάς του, ωστόσο, με απόλυτο τρόπο, που δεν επιδεχόταν παρερμηνείες ή δεύτερες αναγνώσεις, ότι αν πράξει αυτό που σκέφτεται, απαιτώ να σβήσει τον αριθμό τού τηλεφώνου μου από το κινητό του τηλέφωνο και να μην επικοινωνήσει πότε ξανά μαζί μου, γιατί εγώ με φιλοναζιστές - φασίστες δεν κάνω παρέα.
Έκπληκτος, έσπευσε να διευκρινίσει ότι δεν είναι ούτε φιλοναζιστής, ούτε φασίστας.
Του είπα ότι, για μένα, όποιος ψηφίζει τη Χρυσή Αυγή δεν είναι τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο και ότι δεν υπάρχει καμία δικαιολογία για τη συγκεκριμένη επιλογή.
Καμία απολύτως. Ούτε η πιο δικαιολογημένη οργή και αγανάκτηση.
Το ίδιο έχω νιώσει την ανάγκη να πράξω σε αρκετές άλλες ανάλογες περιπτώσεις, όταν βρέθηκα έκπληκτος να ακούω από «αγανακτισμένους» συμπολίτες μας, γνωστούς αλλά και αγνώστους σ' εμένα, τα «πλεονεκτήματα» των... παιδιών με τα μαύρα.
Και τις... ρητορείες περί «εθνικισμού» και αγάπης προς την πατρίδα, από ανθρώπους, οι οποίοι με τη συμπεριφορά τους αποδεικνύουν σχεδόν καθημερινά ότι το μόνο που τους νοιάζει είναι το... τομάρι τους.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, άλλωστε, η σιωπή, η συγκατάβαση, δεν είναι, δεν μπορεί να είναι επιλογή.
Και άλλοι πολίτες, εκτός κομμάτων και κομματικών γραμμών, αρθρώνουν δημόσια, στην καθημερινότητά τους, έναν τέτοιο συγκρουσιακό λόγο. Με μεγαλύτερη ή μικρότερη ένταση.
Είναι θέμα ατομικής πολιτικής ευθύνης. Ατομική πολιτική ευθύνη που δεν εξαντλείται μόνο πίσω από το παραβάν σε κάθε εκλογική αναμέτρηση.
Αισθάνομαι, ωστόσο, ότι δεν είμαστε αρκετοί.
Και πιστεύω ακράδαντα ότι μπορούμε να γίνουμε περισσότεροι.
Πρέπει να γίνουμε περισσότεροι.
Έχουμε χρέος να γίνουμε περισσότεροι.
Διότι το πρόβλημα είναι εξαιρετικά σοβαρό και εξακολουθεί να υφίσταται.
Με χαρακτηριστικότερες, ίσως, περιπτώσεις τις «στρατολογήσεις» μαθητών Γυμνασίων και Λυκείων σε όλη τη χώρα.
Που συνεχίζονται...
Σε όλη την Ελλάδα.
Και στην Κρήτη.
Και στα Χανιά.
Οφείλουμε, λοιπόν, να αντιδράσουμε.
Με τρόπο σαφή, συγκροτημένο και συνεπή.
Ατομικά, αλλά και συλλογικά.
Ενθυμούμενοι, μεταξύ άλλων, και τον Μπρεχτ (σε ελεύθερη μετάφραση):
«Όταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους δεν διαμαρτυρήθηκα, γιατί δεν ήμουν Εβραίος.
Όταν ήρθαν για τους κομμουνιστές δεν φώναξα, γιατί δεν ήμουν κομμουνιστής.
Όταν κατεδίωξαν τους τσιγγάνους ούτε τότε φώναξα, γιατί δεν ήμουν τσιγγάνος.
Όταν έκλεισαν το στόμα των Ρωμαιοκαθολικών που αντιτάσσονταν στον φασισμό, δεν έκανα τίποτα γιατί δεν ήμουν καθολικός.
Μετά ήρθαν να συλλάβουν εμένα, αλλά δεν υπήρχε πια κανείς να αντισταθεί μαζί μου».

Και ας μη σπεύσει κανείς να μιλήσει για την οικονομική κρίση και τη φτώχεια.
Γιατί θα θυμίσω ότι στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξαν χιλιάδες άνθρωποι, οι οποίοι πέθαναν από την πείνα στους δρόμους των μεγάλων πόλεων της Ελλάδας, αλλά συνεργάτες των Ναζί δεν έγιναν.
Όπως υπήρχαν και άλλοι, οι οποίοι όχι μόνο συνεργάστηκαν με τον κατακτητή, αλλά πρόδωσαν τα πάντα για τη ζωή τους και την καλοπέρασή τους.
Σε τελική ανάλυση, είναι θέμα επιλογής.
Και οι όποιες εκ του πονηρού ουδετερότητες, όταν η πατρίδα και η δημοκρατία κινδυνεύουν, δεν μπορεί να γίνουν ανεκτές...

ΑΠΟΨΗ

Εκτός εαυτού...


Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗ

Τόσα κτήρια, για τόσα χρόνια, εγκαταλελειμμένα.
Στα Χανιά.
Τόσα κτήρια, για τα οποία δαπανήθηκαν, παλαιότερα, δεκάδες, εκατοντάδες εκατομμύρια δραχμές προκειμένου να στεγάσουν Υπηρεσίες, Ιδρύματα ή απλά για να κατασκευαστούν και να... μας βρίσκονται.
Τόσες δυνατότητες, τόσες ευκαιρίες για αξιοποίηση, χαμένες.
Τόσα χρηματοδοτικά προγράμματα αναξιοποίητα.
Δεν καταφέραμε σε τούτη την πόλη, την πόλη της προκλητικής, ενίοτε, ευδαιμονίας, της καλοπέρασης, της ίντριγκας και των καπετανάτων να δημιουργήσουμε, έστω, μία σοβαρή υποδομή για τη στέγαση όλων εκείνων των ανθρώπων (άσπρων, μαύρων, κόκκινων, κίτρινων), των ΑΝΘΡΩΠΩΝ, οι οποίοι δεν έχουν που να ακουμπήσουν το κεφάλι τους, όταν αποκαμωμένοι, νηστικοί, άπλυτοι, απελπισμένοι, ψάχνουν μια γωνιά που να φυσάει λιγότερο για να σκεπαστούν με χαρτόκουτες και εφημερίδες και να βγάλουν άλλη μια νύχτα. Μια νύχτα τρόμου.
Δεν τα καταφέραμε.
Δεν ήμασταν άξιοι, ικανοί.
Δεν ενδιαφερθήκαμε.
Δεν νοιαστήκαμε.
Δεν είχαμε χρόνο.
Τρέχαμε για τα ρουσφέτια, τις κορδέλες, τα... φρου - φρου και τα αρώματα.
Τώρα, που πέθανε ένας άνθρωπος, ένας άστεγος άνθρωπος, ας κρατήσουμε έστω το στόμα μας κλειστό.
Ας μην τρέξουμε να «πουλήσουμε» ενδιαφέρον και ελπίδα, ούτε να πλύνουμε τα χέρια μας, ως άλλοι Πόντιοι Πιλάτοι, κατακεραυνώνοντας όλους τους άλλους, με πρώτο το «κακό κράτος».
Και ας επιχειρήσουμε, διάολε, να κάνουμε την αυτοκριτική μας.
Άγνωστη λέξη και διαδικασία για ορισμένους.
Ειδικά για εκείνους που διαφέντευαν, επί σειρά ετών, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τις τύχες αυτού του δύσμοιρου τόπου.
Ας κλείσουν για λίγο το στόμα τους και ας αναλογιστούν αν μπορούν να κάνουν κάτι επί της ουσίας, εκτός από το να προκαλούν μια παράταιρη και προσβλητική... ηχορρύπανση.
Ας σεβαστούν, τουλάχιστον, τον νεκρό.
Αφού δεν σέβονται εμάς, όλα αυτά τα χρόνια...