Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2009

(ΔΙΗΓΗΜΑ)

Η εξομολόγηση

Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΟΥΝΤΡΑΚΗΣ

Δεν ξέρω τι μου φταίει τελευταία. Βάρυνα από τα ψέματα που λέω στον εαυτό μου. Ξεγελώ το σαρκίο μου, παίρνω παράταση δύο - τρεις μέρες και μετά, πάλι, στη γκιλοτίνα της αυταπάτης.
Ψέματα και ψευδαισθήσεις (νερό και λάδι στο ίδιο βαρέλι) μου σκουριάζουν το μυαλό, κατσιάζουν τη λογική μου, με βγάζουν από τον λήθαργο με το ίδιο υπνωτικό που με ρίχνουν σε αυτόν.
Το πρόσωπό μου έγινε ξιδάτο από την προσποίηση, σκέβρωσαν τα βλέφαρά μου, σχεδόν μάδησαν, τα χείλη μου ψάχνουν ξένα χείλη που ποτέ δεν θα μας δοθούν, στο κεφάλι μου φύτρωσε ένα τρυπάνι που όλο σκάβει για να βρει την αλήθεια.
Τα χέρια μου είναι μπαμπακερά, ξευτιλέ, σαν τα χέρια μιας κοκέτας που τρίβει την άκρη του τραπουλόχαρτου και το καρνέ επιταγών του άντρα της.
Φορώ ακριβές κάλτσες που φροντίζω να τις δείχνω σε κάθε ευκαιρία, τα πόδια μου κουράστηκαν σ' αυτήν την ερημιά, μα τα δόντια μου είναι αστραφτερά σαν ψεύτικα, εγγύηση ομαλότητας για μια χώρα που κρέμεται από τα χείλη μου και το ακριβό μου σώβρακο.
Στη δουλειά πηγαίνω με τον οδηγό μου κάθε μεσημέρι, σχεδόν συμπάσχω με τον κλητήρα στην είσοδο, μιλώ λίγο, μπαίνω στη σύσκεψη, ακούω τον διευθυντή ειδήσεων, τον γελοιποιώ με την κυνική αποτελεσματικότητά μου, πίνω εσπρέσσο, ανάβω ακριβό τσιγάρο, κρύβομαι σε μια γωνιά για να μην με πάρουν με τις πέτρες, οι ψωραλέοι που κοροϊδεύω κάθε βράδυ στις οκτώ.
Το χαμόγελό μου είναι σπασμένο στα δύο. Μισό για την εξυπνάδα που μόλις αράδιασα και μισό για το σεξιστικό υπονοούμενο που θα ξεφουρνίσω μόλις τελειώσει το Δελτίο. Κλείνω το μάτι αλανιάρικα στους υπουργούς, είμαι μαγκιόρος και μερακλαντέν, χορεύω και πετώ τη χαρτούρα, στραβώνω το στόμα μου μπροστά στη γυναίκα μου γιατί περιμένει στο τηλέφωνο η γκόμενά μου.
Είμαι μεγαλοδημοσιογράφος, μεγαλοπαράγοντας, οι γραβάτες μου είναι η θηλιά μιας χώρας που βουλιάζει, έχω επιχειρήματα και δεν ντρέπομαι να τα πω.
Είμαι καβάλα στο άλογο της πνευματικής μου υπεροχής, έχω ιδιαίτερα ζαλάδες και καταθέσεις στην τράπεζα.
Με συνοδεύουν μπράβοι και νταβάδες στα ψώνια. Μα τι είδους ελευθεροτυπία είναι αυτή, που οι δημοσιογράφοι έχουν μπράβους;
Το βράδυ στο σπίτι χαϊδεύω τον σκύλο μου στα αυτιά, καλώ μερικούς φίλους για να δούμε το ποδόσφαιρο, τρίβω το πηγούνι μου με συγκατάβαση όταν μου μιλούν για τους πολιτικούς, γιατί έτσι κάνω και όταν μου μιλούν για την υπηρέτριά μου.
Όταν θα πέσω στο κρεβάτι, θα βγάλω τα γυαλιά μου για να τα βάλω στο κομοδίνο, θα κολλήσω στον τοίχο για να μην μυρίζω τη γυναίκα μου και θα παρακαλέσω τον Θεό για να κοιμηθώ γιατί σώθηκε, τελευταία, η αναισθησία και μου είναι κομματάκι δύσκολος ο ύπνος.
Σήμερα είδα μια κοπέλα γελαστή στον δρόμο. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί γελούν οι άνθρωποι αφού εγώ κάθε βράδυ, "χτυπώ" πένθιμο εμβατήριο.
Δεν μπορώ να καταλάβω, τι έχουν και γελούν;

Αναδημοσίευση από «Χανιώτικα νέα»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου