Ο δρόμος της βίας
Του
ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗ
Όταν
σε μια κοινωνία υπάρχουν δουλειές,
ικανοποιητικές αμοιβές, ανάπτυξη,
προοπτική και ελπίδα και όχι ανασφάλεια
και φόβος και, ταυτόχρονα, ένα αποτελεσματικό
κράτος πρόνοιας τότε οι όποιες ακραίες
φωνές μπαίνουν αναπόφευκτα στο περιθώριο.
Ο
κανόνας αυτός ίσχυε μέχρι πρόσφατα και
στην Ελλάδα, άσχετα αν δεν υφίσταντο
όλες μαζί οι προαναφερόμενες προϋποθέσεις.
Το
2009, για παράδειγμα, η “Χρυσή Αυγή” είχε
λάβει μόλις 19.624 ψήφους, δηλαδή ποσοστό
0,29% σε όλη τη χώρα.
Αλλά
και την κατακερματισμένη άκρα Αριστερά
στο περιθώριο την τοποθετούσε η
συντριπτική πλειονότητα της ελληνικής
κοινωνίας σε κάθε εκλογική αναμέτρηση,
παρά το γεγονός ότι, σε πλείστες
περιπτώσεις, απολάμβανε μια ιδιότυπη
ανοχή.
Τα
τελευταία χρόνια, ωστόσο, τα δεδομένα
άλλαξαν δραματικά.
Η
ανεπάρκεια του πολιτικού συστήματος,
η αδυναμία συγκρότησης ενός αποτελεσματικού
κράτους, που θα στηρίζει τους πολίτες
και θα εφαρμόζει τους νόμους χωρίς
εξαιρέσεις και “παραθυράκια”, η
προβληματική απονομή της δικαιοσύνης
και η αθρόα και δυσανάλογη προσέλευση
εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών στη
χώρα, εξαιτίας της παντελούς απουσίας
μεταναστευτικής πολιτικής, δημιούργησαν
ένα εκρηκτικό μίγμα, η ανάφλεξη του
οποίου ήταν θέμα χρόνου αν, κάποια
στιγμή, “στράβωναν” τα πράγματα.
Και
η στιγμή αυτή ήρθε όταν η ελληνική
κοινωνία μπήκε στη δίνη της ύφεσης, της
ανέχειας και της απελπισίας με εξαιρετικά
βίαιο και απότομο τρόπο και ως κορυφαία
ζητήματα αναδείχθηκαν η υψηλή ανεργία,
η έντονη οικονομική δυσπραγία και η
ραγδαία αύξηση της εγκληματικότητας,
ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά
και σε χωριά της ελληνικής περιφέρειας.
Το
ελληνικό πολιτικό σύστημα (κυρίως τα
δύο πρώην μεγάλα κόμματα εξουσίας, διότι
η Αριστερά συνήθιζε να “πετροβολά” εκ
του ασφαλούς αρνούμενη σχεδόν τα πάντα)
στάθηκε αδύναμο και ανίκανο να αναγνώσει
νωρίς τα μηνύματα, να κάνει την αυτοκριτική
του και να επιχειρήσει να αλλάξει,
αλλάζοντας και τη χώρα, με τη χάραξη και
αποτελεσματική υλοποίηση συγκεκριμένων
πολιτικών που θα έδιναν πειστικές
λύσεις.
Ακόμη
και να επιβάλλει την τάξη όταν οι στιγμές
το απαιτούσαν.
Κομβικό
σημείο για όσα βιώνουμε σήμερα στον
τομέα της χρήσης της βίας αποτέλεσαν
τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008, μετά
τη δολοφονία του 15χρονου Αλέξανδρου
Γρηγορόπουλου από αστυνομικό.
Το
μήνυμα που, όχι άδικα, πέρασε τότε, όταν
η Αθήνα καιγόταν ανεξέλεγκτα και
λεηλατούνταν από λογής λογής ετερόκλητες
ομάδες, αλλά και συμμορίες του κοινού
Ποινικού Δικαίου, ήταν ότι στην Ελλάδα
κυριαρχεί πλήρως η ανομία και η ατιμωρησία,
ακόμη και σε περιπτώσεις ξεκάθαρης
βίας. Και ότι, τελικά, πολλοί πολίτες
δημοκρατία θεωρούν το πολίτευμα, στο
οποίο καθένας μπορεί να κάνει ό,τι
γουστάρει χωρίς να υφίσταται τις νόμιμες
συνέπειες.
Ανάλογο
μήνυμα, σε βαρύτητα, ανομίας και
ατιμωρησίας, δόθηκε και όταν ομάδα
κουκουλοφόρων πυρπόλησε το υποκατάστημα
της τράπεζας Marfin στο κέντρο της Αθήνας,
με αποτέλεσμα να βρουν τραγικό θάνατο
τέσσερις ψυχές.
Υπήρχαν,
ασφαλώς, πολλά παρόμοια μηνύματα, βίας,
ανομίας και ατιμωρησίας, μικρότερης
έκτασης και συμβολισμού, και στο παρελθόν.
Όταν,
για παράδειγμα, βουλευτές καλύπτονταν
πίσω από την ασυλία τους ακόμη και για
παραβάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας
ή “κρύβονταν” πίσω από βολικά νομοθετήματα
που οι ίδιοι φρόντιζαν να ψηφίζουν στο
Κοινοβούλιο.
Αλλά
και όταν δέχονταν διαφόρων ειδών
επιθέσεις από “αγανακτισμένους” ή μη
πολίτες, οι οποίοι θεωρούσαν δικαίωμά
τους να φασκελώνουν τη Βουλή και ό,τι
αυτή εκπροσωπεί.
Όταν
ομάδες πολιτών απέκλειαν, κάθε τρεις
και λίγο, δημόσιους και όχι μόνο χώρους,
προκαλώντας, ενίοτε, ζημιές, τις οποίες
πλήρωναν οι συνεπείς Έλληνες φορολογούμενοι.
Αλλά
και όταν αρνούνταν να εφαρμόσουν νόμους
και αποφάσεις του ελληνικού κράτους.
Όταν
φοιτητές και “φοιτητές” χτυπούσαν και
απειλούσαν καθηγητές εντός και εκτός
Ιδρυμάτων, με την “κάλυψη” πολιτικών
σχηματισμών.
Όταν
Πανεπιστήμια είχαν μετατραπεί σε στέκια
συμμοριών, που έκαναν εμπόριο ναρκωτικών
και καλύπτονταν πίσω από το άσυλο.
Όταν
ομάδες κουκουλοφόρων έκαναν επιδρομές
σε βάρος μεταναστών, αλλά σε βάρος
Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι προσέφεραν
στήριξη και βοήθεια σε μετανάστες.
Όταν
αστυνομικοί χρησιμοποιούσαν υπέρμετρη
βία σε βάρος πολιτών χωρίς να τιμωρούνται
παραδειγματικά.
Αλλά
και όταν αστυνομικοί χρησιμοποιούσαν,
δικαιολογημένα, βία εν ώρα υπηρεσίας
και ψέγονταν ή λοιδορούνταν γι' αυτό.
Όταν
οπαδοί τα έκαναν γυαλιά καρφιά,
καταστρέφοντας περιουσίες και απειλώντας
ζωές.
Πολλά
τα παραδείγματα.
Τραγικό
αποτέλεσμα;
Η χρήση της βίας σε κάθε της μορφή (σωματική, ψυχολογική, λεκτική) να αποενοχοποιηθεί από ένα μεγάλο διαστρωματωμένο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας και να αποτελέσει στοιχείο της καθημερινότητάς της.
Η χρήση της βίας σε κάθε της μορφή (σωματική, ψυχολογική, λεκτική) να αποενοχοποιηθεί από ένα μεγάλο διαστρωματωμένο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας και να αποτελέσει στοιχείο της καθημερινότητάς της.
Σε
“παράθυρα” τηλεοπτικών σταθμών. Σε
γήπεδα. Σε Πανεπιστήμια και σε σχολεία.
Σε κεντρικούς δρόμους πόλεων. Σε
διαδηλώσεις. Σε σπίτια. Μέσα και έξω από
τη Βουλή.
Ζούμε,
λοιπόν, στον αστερισμό της βίας, που
τείνει να καταστεί “αναγκαίο κακό” ή
ακόμη και “αναγκαίο καλό”, σύμφωνα με
ακραίες ομάδες που ονειρεύονται
επαναστάσεις μαύρου ή κόκκινου χρώματος.
Και
αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει σε περίοδο
έντονης οικονομικής και κοινωνικής
κρίσης αν, πρωτίστως, δεν αλλάξουν μυαλά
οι πολιτικοί ταγοί και αν δεν διαφοροποιηθεί
δραστικά το μίγμα της εφαρμοζόμενης
πολιτικής.
Αν,
δηλαδή, οι εκπρόσωποι των κομμάτων δεν
ρίξουν, επιτέλους, τους τόνους και αν
δεν επιχειρήσουν με ειλικρίνεια να
βρουν κοινά σημεία συνεννόησης,
προτάσσοντας το εθνικό συμφέρον, που
απαιτεί τη ριζική ανασυγκρότηση της
χώρας και όχι τη μικροπολιτική τους
κακομοιριά και επιβίωση, τότε ελλοχεύει
ο σοβαρός κίνδυνος η ελληνική κοινωνία
να στρέφεται ολοένα και περισσότερο σε
πολιτικούς σχηματισμούς ή συμμορίες
με πολιτικό μανδύα, που αντιπροσωπεύουν
ακραίες και απόλυτα αντιδημοκρατικές
συμπεριφορές.
Το
ότι, για παράδειγμα, ακόμη και στα Χανιά
υπάρχουν πολλοί συμπολίτες μας, οι
οποίοι λένε ευθαρσώς ότι «καλά έκανε ο
Κασιδιάρης στην Κανέλλη και στη Δούρου,
να αγιάσει το χέρι του», θα πρέπει να
μας προβληματίσει έντονα και να μας
προϊδεάσει για τη βαθειά συντηρητική
στροφή σημαντικού τμήματος της ελληνικής
κοινωνίας, αλλά και τις συνέπειες αυτής
στο προσεχές μέλλον.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου