Κυριακή 29 Μαρτίου 2009

ΙΧΝΗΛΑΤΩΝΤΑΣ - 28/3/2009


Για σένα,
Μιχάλη...


Δυο λόγια μόνο. Για σένα, Μιχάλη. Για σένα, που διόρθωνες τα λάθη στα γραφτά μου και μου μάθαινες καινούργια πράγματα...

Για σένα, που ήξερες ν' ακούς. Να μ' ακούς να γκρινιάζω, πότε για το ένα, πότε για το άλλο. Κι εσύ ν' ακούς. Χωρίς να διακόπτεις, χωρίς να προσπαθείς να «μου βάλεις μυαλό». Μόνο άκουγες...

Για σένα, Μιχάλη. Πόσο μου λείπουν οι βόλτες μας με τ' αμάξι στην αγαπημένη σου Νέα Χώρα. Εγώ να μιλώ, για τα «Χανιώτικα νέα» συνήθως, τα προβλήματα, τις δυσκολίες, τις συγκινήσεις, το σήμερα και το αύριο, κι εσύ να ακούς... Κι έπειτα, εσύ να μιλάς, αργά, σχεδόν από μέσα σου, κι εγώ ν' ακούω, να «ρουφώ» τη γνώση, να μαθαίνω...

Για σένα, Μιχάλη. Τον δήθεν «στριφνό» και «μονόχνωτο». Τον δήθεν «δύσκολο» άνθρωπο. Πόσο λάθος έκαναν όσοι είχαν σχηματίσει αυτήν την εντύπωση για σένα. Δεν ήσουν δύσκολος. Ήσουν αληθινός. Δεν ήσουν των... «δημοσίων σχέσεων». Ήσουν πραγματικός. Και γούσταρες τους πραγματικούς ανθρώπους, τους αξιόλογους ανθρώπους, τους ανθρώπους που είχαν πράγματα να πουν, πράγματα να δώσουν, πράγματα να προσφέρουν. Όχι τους «δήθεν», όχι τους «ψεύτικους», όχι τους ατάλαντους. Αυτούς τους... μυριζόσουν από μακριά.

Για σένα, Μιχάλη. Τον φίλο μου. Από τον φίλο σου, όπως τιμητικά με αποκάλεσες χαρίζοντάς μου ένα από τα βιβλία σου.

Για σένα, Μιχάλη. Που η προσφορά σου στα Γράμματα είναι ανεκτίμητη. Για σένα, τον ακούραστο εργάτη του πνεύματος. Για σένα, που έφυγες αφήνοντας πίσω σου έναν «θησαυρό» από αδημοσίευτα κείμενα (διηγήματα και άλλα, ακόμη και θεατρικά έργα)!

Ενα απ' αυτά τα διηγήματα, γραμμένο τον Δεκέμβριο του 1983, δημοσιεύουμε σήμερα στη στήλη, για πρώτη φορά. Αξίζει να το διαβάσετε. Όπως αξίζει να διαβάσει κανείς και το τελευταίο βιβλίο του Μιχάλη Γρηγοράκη για τις «Χανιώτικες φυσιογνωμίες», το οποίο θα παρουσιαστεί στην αποψινή εκδήλωση τιμής, στο Μεγάλο Αρσενάλι. Ένα βιβλίο που το ολοκλήρωσε λίγες ημέρες πριν φύγει από κοντά μας. Τόσο, μα τόσο απρόσμενα...

Η μπροσκάδα

Του ΜΙΧΑΛΗ ΓΡΗΓΟΡΑΚΗ

Στην πέρα μεριά του χωριού, στο μέρος εκείνο που βγορίζει προς το χανιώτικο κάμπο, είχαν στεμένα τα σπιτικά τους οι Κανάκηδες. Μεγάλο σόι, πούχει ριζώσει από παλιά εδώ. Βρήκε τον τόπο καλόβολο, έκατσε. Έπιασε τις γύρω πλαγιές και σιγά σιγά, με την υπομονή και το πείσμα, τις έκανε να καρπίσουν πλουσιοπάροχα. Λιόφυτα κι αμπέλια και μποστάνια, σε μεγάλη έκταση τριγυρίζαν τα σπιτικά των Κανάκηδων.
Αντικριστά είχαν στεμένα τα σπιτικά τους οι Λατράκηδες. Ετούτοι διωγμένοι, καιρό τουρκιάς, απόνα χωριό της Κίσαμος ήρθανε δω και ριζοβολήσαν. Δουλέψαν κι αυτοί σκληρά τη γη κι έτσι μπορέσαν και έγιναν μικρονοικοκυραίοι. Μα ήταν άνθρωποι παράξενοι και κλειστοί. Τους Κανάκηδες τους εζηλεύγαν, γι' αυτό και τα καλημέρα τους ήταν λιγοστά και κοντόλογα. Οι Κανάκηδες εκαταλάβαν τη ζηλοφτονία κ' έτσι τους αποφεύγαν.
Με τον καιρό ένας Κανάκης αγάπησε παθιασμένα την κόρη ενός Λατράκη. Την είχε δει λυγερή και ξεμπράτσωτη να πλένει στο ρυάκι, άναψε ο σεβντάς κι από τότε να σου τονε πεζό ή καβαλάρη να περνά απ' το σπιτικό της. Εκείνη τόνιωσε κι όπως της άρεσε ο νιος μόλις άκουσε, μια μέρα, το ποδοβολητό τ' αλόγου του εβγήκε στο παραθύρι και του χαμογέλασε πονηρά. Από τότε, ώρες πολλές και για πολύ καιρό, κρυφοσμίγαν. Μα πάνω σ' ένα των κρυφοσμίξιμο, ο Λατράκης επέτυχε την κόρη του στην αγκαλιά του οχτρού του. Φρενιασμένος τράβηξε την μπιστόλα και ξάπλωσε νεκρό τον Κανάκη. Έφυγε τραβώντας βάρβαρα την κόρη από τα μαλλιά, που ωστόσο τα συλλοϊκά της είχαν σαλέψει. Οι Κανάκηδες για γδικιωμό σκοτώσαν, μέσα σε μια μέρα, δυο Λατράκηδες. Και από τότε μεγάλο μίσος εχώρισε τις δυο φαμίλιες και οι καβγάδες κι οι σκοτωμοί εδίναν κι επαίρναν.
Έχει πάλι φρενιάσει το κακό, με το σκοτωμό ενός λεβεντονιού Λατράκη, κι όλο το σόι μαζεμένο στο σπιτικό του γεροντότερου μιλούν και σχεδιάζουν το γδικιωμό. Πάνω στην κουβέντα μαθαίνουν πως οι Κανάκηδες θα τρυγήσουν τ' αμπέλια των στην Κουτσοκορφή.
- Ευκαιρία το λοιπός, να τωνε στέσουμε αποβραδίς μπροσκάδα και να ξεκάνουμε καμπόσους, λένε μερικοί.
- Δεν είναι κι άσκημο, συμπληρώνουν άλλοι.
Μερικοί όμως το θεωρούνε μπαμπεσιά.
- Μπέτη με μπέτη κι όποιο πάρει ο χάρος! προτείνουν.
Το καλοσκέφτουνται, το πολυκουβεντιάζουν και στο τέλος συμφωνούν να πάνε για μπροσκάδα, όμως, όταν θα φτάναν οι Κανάκηδες θα πηδούσαν από τα μετερίζια και θ' αναμετριούνταν. Πέντε ντουφέκια, τα πιο γρήγορα, θα στέναν μετερίζι χαμηλά κι άλλα τόσα πιο πάνω.
Το βράδυ έπεσε βαρύ και σιωπηλό για τους Λατράκηδες. Αφήσαν να περάσει το μεσονύχτι, να κρυφτεί το φεγγάρι και μετά πήραν να ’τοιμάζονται, αμίλητοι. Ξανακοιτάξαν τα ντουφέκια κι επήραν δρόμο για τη μεγάλη εγδίκηση. Εφτάσαν στ' αμπελοχώραφα των Κανάκηδων, πιάσαν τα πόστα.
Σε μια ώρα θα ξημέρωνε. Ο αυγερινός, σαν πολύτιμη χάντρα, έλαμπε ψηλά και στην ανατολή το πρώτο αμυδρό μήνυμα της μέρας επήρε να φαίνεται. Οπλίσαν οι Λατράκηδες, γονατίσαν πίσω από τα μετερίζια και περιμέναν.
Ρόδισε καλά κι ο ήλιος ετοιμάστηκε να πεταχτεί. Τότε, αυτός που παρακολουθούσε τα σπιτικά των Κανάκηδων, ήρθε κι είπε πως εκείνοι τραβήξαν γι' άλλη δουλειά. Κατεβάσαν τα όπλα βαροκαρδισμένοι, σηκωθήκαν και σιωπηλοί πήρανε κάτω και χάθηκαν στη δασωμένη ρεματιά. Μα όπως εροβολούσαν, ένας φουρόγατος ξεπετάχτηκε στα πόδια τους που κρατούσε στα δόντια του ένα λαγό πνιγμένο. Λιγουρευτήκαν το λαγουδομεζέ οι Λατράκηδες, γυρίσαν τα όπλα και δυο ρίξανε το φουρόγατο ξάπλα.
Τον επήρε όλο χαρά ένας και βάζοντας τονε στο σακούλι φώναξε:
- Κάνουμε θέλει μια τσικαλιά στιβάδο απόψε, που θάναι μπουκιά και συχώριο!
Γυρίζει ένας τότε, τόνε βλέπει μ' αυστηρό ύφος και του λέει:
- Κουρέματά σου στο νου, τρόζακα.
Ίντα, τρώνε λαγό εδά τη σαρακοστή απού 'ναι αμαρτία;
- Αμαρτία μαθώς, συμπληρώνει άλλος, για κεινονά θα τονε τσιγαριάσουμε και θα τονε φάμε τσι σκολάδες.
- Εξάχασά ντο πως είχαμε σαρακοστή. Αμαρτία μαθώς μεγάλη. Να τονε τσιγαριάσουμε το λοιπός για τσι σκολάδες, ξαναλέει ο πρώτος και βάνοντας το σακούλι στον ώμο ξεκινά.
Ετσι οι Λατράκηδες, πούχανε στέσει μπροσκάδα για να σκοτώσουνε τους Κανάκηδες επήραν το δρόμο του γυρισμού με τη συμφωνία να μη φάνε το λαγό, πούχανε πιάσει, γιατ' ήταν σαρακοστή και ήτανε, λέει, αμαρτία!...

Δεκ. '83

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου