Μοιραίοι και άβουλοι
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗ
Υπήρχε, έως και χθες, επίσημο ΠΑΣΟΚ στα Χανιά και όχι μόνο; Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό, αλλά ουσιαστικό καθώς τα τελευταία χρόνια τα κομματικά όργανα, αλλά και η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών έλαμπαν διά της απουσίας τους. Πλήρης και απόλυτη σιωπή. Τουλάχιστον δημοσίως. Διότι ο δημόσιος λόγος είναι που μετρά και όχι όσα τυχόν λέγονται πίσω από κλειστές πόρτες.
Χαρακτηριστικό της διαλυτικής, σχεδόν, κατάστασης που επικρατούσε, στα Χανιά τουλάχιστον, είναι ότι ελάχιστοι πολίτες - ψηφοφόροι του κόμματος σε τοπικό επίπεδο (για τους υπόλοιπους ούτε συζήτηση) γνώριζαν, για παράδειγμα, με ακρίβεια ποια ήταν τα μέλη της τελευταίας Νομαρχιακής Επιτροπής.
Όπως ελάχιστοι γνώριζαν αν υπήρχε γραμματέας, μετά την παραίτηση του γιατρού Γιάννη Χριστουλάκη, πότε συνεδρίαζε το όργανο, τι εισηγούνταν, τι ακριβώς συζητούσε και ποιες ήταν οι θέσεις του για σημαντικά ζητήματα των Χανίων και της Κρήτης.
Η αίσθηση, αν όχι η πεποίθηση, που υπάρχει σήμερα είναι ότι ειδικά τα δύο τελευταία χρόνια τα περισσότερα τοπικά και όχι μόνο στελέχη του κόμματος -είτε ήταν εκλεγμένα σε όργανα είτε όχι- “βούλιαξαν” σε μια θλιβερή εσωστρέφεια, απόρροια κυρίως των κυβερνητικών επιλογών του ΠΑΣΟΚ.
Χωρίς να βγουν δημόσια και να υπερασπιστούν κάποιες από τις κεντρικές πολιτικές επιλογές και ορισμένα, έστω, από τα αυτονόητα που πρέπει να γίνουν άμεσα ή γίνονται ήδη, κουτσά στραβά, στη χώρα είτε τα προβλέπει είτε όχι το Μνημόνιο, όπως -για παράδειγμα- ο εκσυγχρονισμός του ελληνικού κράτους με συγκεκριμένες μεταρρυθμιστικές και διαρθρωτικές ενέργειες.
Με λίγα λόγια, τα στελέχη κάθε βαθμίδας του ΠΑΣΟΚ, αυτά που παρέμειναν στο κόμμα και δεν αναχώρησαν με “ελαφρά πηδηματάκια” για “άλλες πολιτείες”, πιο ευχάριστες, δεν τόλμησαν -όχι μόνο στα Χανιά, αλλά και στην υπόλοιπη χώρα πιθανότατα- να πάνε κόντρα στο ρεύμα.
Δεν τόλμησαν, δηλαδή, να απευθυνθούν με υπεύθυνο λόγο στην κοινωνία και να επιχειρήσουν να δώσουν επαρκείς απαντήσεις, όχι τόσο στην απολύτως δίκαιη κριτική για τα λάθη, τις παραλείψεις και τα οριζόντια και άδικα οικονομικά μέτρα όσο στις ακραίες, λαϊκίστικες και δημαγωγικές κραυγές για “προδότες”, “δωσίλογους” και “κρεμάλες”, στις θελκτικές φαντασιώσεις περί δυνατότητας σωτηρίας της χώρας από τη Ρωσία και την Κίνα, στις αισχρές γελοιότητες περί ψεκασμού... των πολιτών που δεν αντιδρούν αλλά και στην ανυπόστατη κινδυνολογία περί νοθείας στις πρόσφατες εκλογές.
Έτσι, ένας αχταρμάς μπουρδολογίας και ανευθυνότητας κυριάρχησε αναπόφευκτα στον δημόσιο διάλογο καθώς υπήρχε πρόσφορο έδαφος εξαιτίας της πολιτικής της βίαιης εσωτερικής υποτίμησης, με αποτέλεσμα να μπουν στο περιθώριο οι όποιες φωνές της κοινής λογικής και να διογκωθεί μία έντονα διχαστική, ανεδαφική, επικίνδυνη και εντελώς αποπροσανατολιστική ρητορική.
Ρητορική που ηχεί εξαιρετικά ευχάριστα και γι’ αυτό έχει γίνει ή τείνει να γίνει κτήμα ενός πολύ μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας.
Ρητορική που, σήμερα πλέον, μαζί με τον υφιστάμενο παλαιοκομματισμό και τα λογής - λογής μικροπολιτικά παιχνίδια, αποτελούν τις σημαντικότερες πληγές, στην απολύτως αναγκαία προσπάθεια για ουσιαστική εθνική συνεννόηση, ακόμη και αν συγκροτηθεί κυβέρνηση ή ακόμη και αν οδηγηθούμε σε νέες εκλογές.
Χαρακτηριστικό της διαλυτικής, σχεδόν, κατάστασης που επικρατούσε, στα Χανιά τουλάχιστον, είναι ότι ελάχιστοι πολίτες - ψηφοφόροι του κόμματος σε τοπικό επίπεδο (για τους υπόλοιπους ούτε συζήτηση) γνώριζαν, για παράδειγμα, με ακρίβεια ποια ήταν τα μέλη της τελευταίας Νομαρχιακής Επιτροπής.
Όπως ελάχιστοι γνώριζαν αν υπήρχε γραμματέας, μετά την παραίτηση του γιατρού Γιάννη Χριστουλάκη, πότε συνεδρίαζε το όργανο, τι εισηγούνταν, τι ακριβώς συζητούσε και ποιες ήταν οι θέσεις του για σημαντικά ζητήματα των Χανίων και της Κρήτης.
Η αίσθηση, αν όχι η πεποίθηση, που υπάρχει σήμερα είναι ότι ειδικά τα δύο τελευταία χρόνια τα περισσότερα τοπικά και όχι μόνο στελέχη του κόμματος -είτε ήταν εκλεγμένα σε όργανα είτε όχι- “βούλιαξαν” σε μια θλιβερή εσωστρέφεια, απόρροια κυρίως των κυβερνητικών επιλογών του ΠΑΣΟΚ.
Χωρίς να βγουν δημόσια και να υπερασπιστούν κάποιες από τις κεντρικές πολιτικές επιλογές και ορισμένα, έστω, από τα αυτονόητα που πρέπει να γίνουν άμεσα ή γίνονται ήδη, κουτσά στραβά, στη χώρα είτε τα προβλέπει είτε όχι το Μνημόνιο, όπως -για παράδειγμα- ο εκσυγχρονισμός του ελληνικού κράτους με συγκεκριμένες μεταρρυθμιστικές και διαρθρωτικές ενέργειες.
Με λίγα λόγια, τα στελέχη κάθε βαθμίδας του ΠΑΣΟΚ, αυτά που παρέμειναν στο κόμμα και δεν αναχώρησαν με “ελαφρά πηδηματάκια” για “άλλες πολιτείες”, πιο ευχάριστες, δεν τόλμησαν -όχι μόνο στα Χανιά, αλλά και στην υπόλοιπη χώρα πιθανότατα- να πάνε κόντρα στο ρεύμα.
Δεν τόλμησαν, δηλαδή, να απευθυνθούν με υπεύθυνο λόγο στην κοινωνία και να επιχειρήσουν να δώσουν επαρκείς απαντήσεις, όχι τόσο στην απολύτως δίκαιη κριτική για τα λάθη, τις παραλείψεις και τα οριζόντια και άδικα οικονομικά μέτρα όσο στις ακραίες, λαϊκίστικες και δημαγωγικές κραυγές για “προδότες”, “δωσίλογους” και “κρεμάλες”, στις θελκτικές φαντασιώσεις περί δυνατότητας σωτηρίας της χώρας από τη Ρωσία και την Κίνα, στις αισχρές γελοιότητες περί ψεκασμού... των πολιτών που δεν αντιδρούν αλλά και στην ανυπόστατη κινδυνολογία περί νοθείας στις πρόσφατες εκλογές.
Έτσι, ένας αχταρμάς μπουρδολογίας και ανευθυνότητας κυριάρχησε αναπόφευκτα στον δημόσιο διάλογο καθώς υπήρχε πρόσφορο έδαφος εξαιτίας της πολιτικής της βίαιης εσωτερικής υποτίμησης, με αποτέλεσμα να μπουν στο περιθώριο οι όποιες φωνές της κοινής λογικής και να διογκωθεί μία έντονα διχαστική, ανεδαφική, επικίνδυνη και εντελώς αποπροσανατολιστική ρητορική.
Ρητορική που ηχεί εξαιρετικά ευχάριστα και γι’ αυτό έχει γίνει ή τείνει να γίνει κτήμα ενός πολύ μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας.
Ρητορική που, σήμερα πλέον, μαζί με τον υφιστάμενο παλαιοκομματισμό και τα λογής - λογής μικροπολιτικά παιχνίδια, αποτελούν τις σημαντικότερες πληγές, στην απολύτως αναγκαία προσπάθεια για ουσιαστική εθνική συνεννόηση, ακόμη και αν συγκροτηθεί κυβέρνηση ή ακόμη και αν οδηγηθούμε σε νέες εκλογές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου